Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 16 Μαρτίου 2023

𝐓𝐨 𝚨𝛋𝛒𝛊𝛎ό, 𝛈 𝚲ό𝛗𝛕𝛔𝛂 𝛋𝛂𝛊 𝛈 𝛆𝛋𝛋𝛌𝛈𝛔ί𝛂 𝛕𝛚𝛎 𝚻𝛂𝛏𝛊𝛂𝛒𝛘ώ𝛎.

 


Οι Ταξιάρχες του Ακρινού, με διαστάσεις 26x18μ, κτίστηκαν το 1848, ενώ το τετράπλευρο κωδωνοστάσιο τους το 1884. Η αρχιτεκτονική του ναού είναι ίδια με τους Ταξιάρχες του Γρανίτη και μιας ομώνυμης εκκλησίας (των Ταξιαρχών) στην περιοχή του Γκότσε Ντέλτσεφ.

Η πανέμορφη Εκκλησία βρισκόταν στο κέντρο του Οικισμού Ακρινό ή Λόφτσα (μέχρι το 1928). Τόσο ο πλούτος του ναού, όσο και τα απομεινάρια των ερειπίων παραπέμπουν σε χρόνους έντονης ζωής.

Η  Λόφτσα ήταν ένα από τα πιο ανεπτυγμένα σιδεροχώρια της περιοχής. Οι κάτοικοί του ήταν ειδικευμένοι στην κατασκευή πεταλοειδών σφηνών και τροφοδοτούσαν όχι μόνο την περιοχή μας αλλά η φήμη τους έφτανε μέχρι και την Θεσσαλονίκη. Στην περιοχή γύρω από το χωριό υπάρχουν υπολείμματα αρχαίων οικισμών, καθώς και ένας παλιός ρωμαϊκός δρόμος.

Σύμφωνα με τον Βούλγαρο ιστορικό και εθνογράφο George Strezov (1891) το χωριό είχε ελληνική εκκλησία και ελληνικό σχολείο το οποίο βρισκόταν σε άριστη κατάσταση, παρά τις ελλείψεις δασκάλων και εποπτικών μέσων. Την εποχή εκείνη, την ελληνική εκπαίδευση στην περιοχή την οργάνωνε το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο. Επίσης σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό και σχολικό επιθεωρητή το 1889 τοποθετήθηκε Βούλγαρος δάσκαλος, ο οποίος είχε 20 μαθητές.

Σύμφωνα με τον Alexandre Synvet ή Sinvet (Γάλλος), καθηγητή, γεωγράφο, φιλόλογο, κ.λπ., το 1878 στην επισκοπή Λόφτσα του Μελένικου κατοικούν 1250 έλληνες.

Το Ακρινό βρέθηκε κυριολεκτικά επάνω στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα (1913).

Mέχρι το 1919 (Συνθήκη Νεϊγύ), το χωριό κατοικούνταν από χίλιους και πλέον ντόπιους κατοίκους.

Οι κάτοικοι της Λόφτσας ήταν φιλήσυχοι σλαβόφωνοι αγροτο-ποιμένες, Χριστιανοί Ορθόδοξοι υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που μετά τη δημιουργία της Εξαρχίας πιέστηκαν από τους κομιτατζήδες να γυρίσουν στην Εξαρχία. Για το λόγο αυτό, μετά την Εφαρμογή της Εθελούσιας Ανταλλαγής μεταξύ Ελλάδας-Βουλγαρίας μετοίκησαν στη Βουλγαρία.

Το κενό της αποχώρησης των ντόπιων Εξαρχικών κατοίκων, κάλυψαν 60 περίπου οικογένειες προσφύγων. Έτσι, στην απογραφή του 1928 το Ακρινό φέρεται να έχει 214 κατοίκους, ενώ στην απογραφή του 1940 μόλις 80 κατοίκους. Το χωριό ερημώθηκε μετά τον εμφύλιο πόλεμο.

Η Εκκλησία γιορτάζει μεγαλόπρεπα το διήμερο 7 και 8 Νοεμβρίου με κοσμοσυρροή πιστών. Η λειτουργία του πανηγυριού διακόπηκε τη δεκαετία του ’40 και αναβίωσε το 1978 με την αναστήλωση του Ναού από τους πρόσφυγες Πόντιους, των διπλανών χωριών.

Την ημέρα του πανηγυριού τα σύνορα Βουλγαρίας-Ελλάδας στο σημείο αυτό άνοιγαν άτυπα για μια ημέρα, ώστε οι Βούλγαροι πρώην κάτοικοι του χωριού να μπορούν να συμμετάσχουν στο πανηγύρι, περνώντας πεζή τα σύνορα. Στο πανηγύρι συναντιόντουσαν συγγενείς από τις δύο πλευρές των συνόρων, πανηγυρίζοντας την ανανέωση των μεταξύ τους δεσμών και των δεσμών τους με τον τόπο. Οι περισσότεροι Βούλγαροι προσκυνητές προσέρχονται από το πολύ κοντινό στο σύνορο χωριό Nova Lovtsche, δηλαδή Νέα Λόφτσα. Είναι η στιγμή που τα φαντάσματα συναντώνται με τους απογόνους τους.

Το πανηγύρι επισκέπτονται επίσης χιλιάδες πιστοί με όλα τα μέσα, από όλη την Β. Ελλάδα, πρόκειται για τον πιο έντονο θρησκευτικό τουριστικό προορισμό της περιοχής του οροπεδίου Νευροκοπίου.

Από το 2006, λίγο πριν την ένταξη της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, απαγορεύθηκε η πεζή διέλευση των συνόρων. Έκτοτε οι Βούλγαροι πρέπει να διανύσουν μια μεγάλη απόσταση για να εισέλθουν στη χώρα από την επίσημη είσοδο Ίλιντεν-Εξοχής και από εκεί στο Ακρινό.

Τα παραδοσιακά όργανα και οι μουσικές των ντόπιων κατοίκων αντικαταστάθηκαν από την ποντιακή λίρα, αφού στην περιοχή κυριαρχεί το ποντιακό στοιχείο.

Στους Ταξιάρχες του Ακρινού σώζονται πολλές τοιχογραφίες, που εικονίζουν πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης, παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας, την Κοίμηση της Θεοτόκου, το Χριστό ένθρονο, την Υπαπαντή του Χριστού, τον Άγιο Νικόλαο τον Παλαμά, τη φιλοξενία του Αβραάμ, τον Άγιο Στέφανο τον Πρωτομάρτυρα, την Αποκαθήλωση, τη Βάπτιση, τον Άγιο Συμεών, τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, κ.ά. Στο τύμπανο της κύριας εισόδου που φέρει τη σύναξη των Ταξιαρχών και των Ασωμάτων Δυνάμεων αναφέρεται η χρονολογία 1877.

Οι εκδηλώσεις αυτές, πέραν του θρησκευτικού τους χαρακτήρα, μπορούν να αποτελέσουν και υπενθύμιση των επιβαλλόμενων εθνικιστικών και θρησκευτικών διαφορών που επικράτησαν στην περιοχή, για την εξυπηρέτηση του παγκόσμιου γεωπολιτικού ανταγωνισμού.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: